Οι Ποικιλίες του Κρασιού
Posted by estiator at 11 March, at 18 : 47 PM Print
ΠΡΟΪΟΝΤΑ
ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΚΑΛΛΙΤΣΗ
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες σταφυλιών, εκ των οποίων άλλα χρησιμοποιούνται για βρώση και άλλα για την παραγωγή κρασιού. Συνήθως, τα σταφύλια με τα οποία φτιάχνεται το κρασί είναι μικρά, με πολλούς σπόρους στο εσωτερικό τους και παχύ φλοιό. Ο βασικός κανόνας είναι ότι τα μαύρα σταφύλια βγάζουν κόκκινα κρασιά και τα λευκά σταφύλια λευκό κρασί. Βεβαίως, υπάρχουν και εξαιρέσεις, καθώς όλη η διαδικασία της οινοποίησης παίζει σπουδαίο ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. Ένα κρασί μπορεί να φτιαχτεί από μία ποικιλία σταφυλιού, τα μονοποικιλιακά κρασιά, ή από δύο και πάνω, δημιουργώντας ένα μείγμα. Όπως είπαμε, οι ποικιλίες κρασιού είναι πάρα πολλές και διαφέρουν ανάλογα με την περιοχή όπου καλλιεργείται το αμπέλι. Υπάρχουν όμως ορισμένες ποικιλίες που είναι πιο φημισμένες και αγαπητές κατά κοινή παράδοση ανά τον κόσμο.
Cabernet Sauvignon: Σίγουρα θα έχετε ακούσει τη γνωστή αυτή ποικιλία σταφυλιών, από την οποία παράγονται τα καλύτερα κόκκινα κρασιά. Αν και η συγκεκριμένη ποικιλία καλλιεργείται σε πολλά μέρη παγκοσμίως, στο Μπορντώ της νότιας Γαλλίας βρίσκονται τα καλύτερα. Υπάρχει και η ποικιλία Sauvignon Blanc για λευκό κρασί.
Merlot: Μετά από τα Cabernet Sauvignon, πάντα ακολουθούν σε απόσταση αναπνοής τα Merlot. Ακριβώς όπως και ο ανταγωνισμός τους, πρόκειται για μαύρα σταφύλια που καλλιεργούνται κυρίως στο Μπορντώ, αλλά τα έχουν οικειοποιηθεί και άλλες χώρες.
Chardonnay: Για τους φίλους του λευκού κρασιού, η ποικιλία Chardonnay έχει έδρα της τη Βουργουνδία, μία ακόμα φημισμένη για τα κρασιά της γαλλική περιοχή, αλλά φυσικά και άλλες χώρες αφού είναι ιδιαίτερα εξαπλωμένη.
Airen: Είναι η πιο πολυφυτεμένη ποικιλία της Ισπανίας, εξ’ αιτίας της ανθεκτικότητάς της στην ξηρασία και τα φτωχά εδάφη. Παράλληλα, είναι μια πολύ παραγωγική ποικιλία η οποία χρησιμοποιείται κυρίως στην παραγωγή brandy. Είναι πολύ ευοξειδωτή, αλλά τα τελευταία χρόνια, με πολύ προσεκτική οινοποίηση, δίνει ελαφριά λευκά κρασιά.
Syrah: Η ποικιλία του βόρειου Ροδανού που παράλληλα κάνει λαμπρή καριέρα στην Αυστραλία βρίσκεται στην 6η θέση με αρκετές φυτεύσεις παγκοσμίως. Δίνει γεμάτα κρασιά, με πικάντικο χαρακτήρα που παλαιώνουν όμορφα.
Ασύρτικο: Ωραία η Γαλλία, αλλά και η Ελλάδα δεν πάει πίσω στα κρασιά. Η καλύτερη και παγκοσμίως γνωστή ελληνική ποικιλία είναι το ασύρτικο, που παράγεται κυρίως στη Σαντορίνη, δίνοντας μοναδικό λευκό κρασί.
Αγιωργίτικο: Μια ελληνική ποικιλία για κόκκινο κρασί που παράγεται στη Νεμέα Πελοποννήσου ή όπως είναι αλλιώς χαρακτηριστικά γνωστή, τη «Μικρή Βουργουνδία».
Πέραν αυτών των πολύ γνωστών ποικιλιών κρασιού, υπάρχει μια σειρά από λιγότερο γνωστές ελληνικές ποικιλίες που τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να έρχονται στην επιφάνεια.
Το Μούχταρο είναι μια ποικιλία με έντονο χαρακτήρα που δίνει ένα βυσσινί κρασί με καλές τανίνες και γεύση καραμέλας και μόκας.
Η Μαύρη Κουντούρα είναι μια ποικιλία που προέρχεται από την Εύβοια και αποτελείται από μικρά σταφύλια με βελούδινες τανίνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αναβίωσή της ήταν αρκετά δύσκολη, καθώς ήταν βαθιά ξεχασμένη στον χρόνο.
Στη Θεσσαλία συναντάμε τη Λημνιώνα. Είναι μια ποικιλία που ευδοκιμεί σε ζεστά, ηπειρωτικά κλίματα και δίνει κόκκινα ή ροζέ κρασιά με ανάλαφρο σώμα, καθόλου λιπαρά, και απίστευτα ισορροπημένη οξύτητα. Η γεύση της θυμίζει κόκκινα φρούτα και γλυκά μπαχαρικά.
Το Μαύρο Μεσενικόλας είναι άλλη μία θεσσαλική ποικιλία που δεν καλλιεργείται πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Η μοναδική γεύση του, με νότες πασχαλιάς, εσπεριδοειδών και βιολέτας, αποζημιώνει με την τελική του επίγευση.
Στη Θράκη συναντάμε τον Παμίτη, ένα πλούσιο κρασί με άρωμα φράουλας που συνδυάζεται υπέροχα με άλλες ποικιλίες αλλά μπορεί να σταθεί και από μόνο του, καθώς και τον Κόνιαρο, που δίνει κρασιά με δυνατότητα μεγάλης παλαίωσης.
Ο Ροκανιάρης και η Κυδωνίτσα είναι δύο ποικιλίες που συναντάμε στην Πελοπόννησο. Η δεύτερη σταμάτησε να καλλιεργείται κατά την Τουρκοκρατία, καθώς συνέβαλε στην οικονομική άνθηση της περιοχής. Όμως, τις τελευταίες δεκαετίες, μετά από πολλές και επίπονες προσπάθειες και πολλούς πειραματισμούς, άρχισε να καλλιεργείται ξανά. Το όνομά της το οφείλει στην έντονη παρουσία κυδωνιού.