Η Ιστορία της Βασιλόπιτας
Posted by estiator at 12 January, at 11 : 24 AM Print
ΠΡΟΙΟΝΤΑ
Της Τζίνας Καλλίτση
Η βασιλόπιτα είναι το σύμβολο της Πρωτοχρονιάς σε ολόκληρη την Ελλάδα και συνδέεται με την εορτή του Αγίου Βασιλείου, από τον οποίο πήρε το όνομά της.
Τα μεσάνυχτα, με την αλλαγή του χρόνου, σβήνουν τα φώτα και μετά από ένα λεπτό ανάβουν ξανά και όλοι οι παραβρισκόμενοι ανταλλάσσουν ευχές για το νέο έτος. Είναι η στιγμή που ο νοικοκύρης του σπιτιού, αφού σταυρώσει με το μαχαίρι τη βασιλόπιτα, την κόβει σε κομμάτια και τα μοιράζει σε όσους είναι παρόντες, με πρώτο κομμάτι του Χριστού και του Άι Βασίλη. Εκτός από τη γλυκιά εκδοχή της στη Μακεδονία, την Ήπειρο και τη Θράκη συναντάμε και την αλμυρή, με ζυμωτά φύλλα και γεμισμένη με κρέας, πράσο και μυρωδικά.
Κοινό χαρακτηριστικό και στους δύο τύπους βασιλόπιτας είναι το νόμισμα ή φλουρί ως είθισται να λέγεται, που τοποθετείται μέσα στο ζυμάρι ή τη γέμιση και που φέρνει καλοτυχία σ’ αυτόν που θα το βρει, σύμφωνα με την παράδοση. Το έθιμο της βασιλόπιτας έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στην αρχαία εορτή των Κρονίων που εορταζόταν προς τιμήν του Κρόνου. Σύμφωνα με τον Δημοσθένη, τα Κρόνια γιορταζόταν τη νύκτα της 12ης μέρας του Εκατομβαιώνος, του πρώτου μήνα σύμφωνα με το Αττικό ημερολόγιο. Ανήμερα της γιορτής οι δούλοι είχαν αργία, μπορούσαν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με τους αφέντες τους και γενικότερα είχαν περισσότερη ελευθερία μες στην πόλη, σε ανάμνηση της Χρυσής Εποχής του ανθρώπινου γένους, όταν δεν υπήρχε δουλεία και βαριές εργασίες. Η γιορτή δεν περιελάμβανε αιματηρές θυσίες, ούτε και τη σφαγή ζώων. Γίνονταν όμως προσφορά άρτου και φρούτων. Είχε γενικά εξοχικό και αγροτικό χαρακτήρα. Αργότερα, το αγροτικό στοιχείο της εορτής άρχισε να εκλείπει και τα Κρόνια θεωρούνταν γιορτή θορυβώδης και ημέρα ακολασιών.
Οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τη γιορτή με την ονομασία Σατουρνάλια, προς τιμήν του ρωμαϊκού Σατούρνους ή Κρόνου. Συνεχιστές του εθίμου ήταν οι Φράγκοι, από τους οποίους προήλθε το έθιμο της τοποθέτησης νομίσματος ή χρυσού κοσμήματος μέσα στη πίτα και της ανακήρυξης ως “Βασιλιά της βραδιάς” αυτού που το έβρισκε. Παλαιότερα η πίτα αυτή περιείχε έναν σπόρο ροδιού για αφθονία και ευζωία, ένα καρύδι, ένα κομματάκι αχύρου, ένα βλαστάρι αμπέλου ή λιόδεντρου. Όποιο μέλος της οικογένειας το έβρισκε στο κομμάτι του, θα είχε καλή σοδειά.
Το φράγκικο έθιμο επικράτησε σε όλη την Ευρώπη κι έφτασε ως τις μέρες μας. Σύμφωνα όμως με τη χριστιανική παράδοση, το έθιμο της βασιλόπιτας συνδέεται με την εορτή του Αγίου Βασιλείου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στους πρώτους βυζαντινούς χρόνους. Κάποτε απείλησε σοβαρά την πόλη του ένας στρατηγός-τύραννος της περιοχής, ζητώντας να του παραδοθούν όλοι οι θησαυροί των κατοίκων αλλιώς θα την πολιορκούσε. Απείλησε μάλιστα τον ίδιο τον δεσπότη ότι θα τον εξόριζε ή θα τον σκότωνε αν δεν ικανοποιούσε την απαίτησή του.
Οι κάτοικοι, που αγαπούσαν τον δεσπότη τους, αν και φτωχοί, συγκέντρωσαν τα λιγοστά τους κοσμήματα και πολύτιμα αντικείμενα και του τα παρέδωσαν, για να τα δώσει με τη σειρά του στον στρατηγό. Σε άλλες καταγραφές φαίνεται πως ενεργοποιήθηκαν μόνο οι πλούσιοι κάτοικοι και οι άρχοντες, προσφέροντας τους θησαυρούς τους. Την παραμονή της παράδοσης των θησαυρών στον τύραννο, ο Άγιος Μερκούριος επιτέθηκε με αγγελικά στρατεύματα στον εχθρό και τον υποχρέωσε σε φυγή. Έτσι η πόλη γλίτωσε.
Ο Μέγας Βασίλειος έμεινε με τα πολύτιμα αντικείμενα στα χέρια του και έπρεπε να τα επιστρέψει στους κατόχους τους, αλλά δεν γνώριζε ποιος είχε προσφέρει τι. Ζητώντας έμπνευση και φώτιση από τον Θεό, ζήτησε και του ζύμωσαν χιλιάδες μικρά ψωμάκια, στο καθένα από τα οποία έβαλε κι από ένα κόσμημα, νόμισμα ή άλλο χρυσαφικό. Τα μοίρασε έπειτα στον λαό και έτσι βρέθηκαν όλοι με ένα πολύτιμο αντικείμενο, ακόμη και όσοι δεν είχαν δώσει το παραμικρό. Κατά άλλους, από θεϊκή παρέμβαση κάθε χρυσαφικό επέστρεψε θαυματουργά στον ιδιοκτήτη του.
Κάπως έτσι το έθιμο της βασιλόπιτας έφτασε μέχρι τις μέρες μας, κάνοντας ένα μεγάλο ταξίδι μέσα στο χρόνο όπως τα περισσότερα έθιμα.